Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2011

Έσπασε η πορσελάνινη κούκλα σου. Έσπασε.


Αγαπημένε μου αδερφέ που να είσαι? Που είσαι? Μου λείπεις…η μαμά λέει πως δεν θα γυρίσεις… μα που είσαι? Μ’ αγαπάς?
φοβάμαι… χθες το βράδυ γύρισα σπίτι μόνη μου, ήταν δύο άντρες που με κοίταζαν, με κοίταζαν επίμονα και πεινασμένα, η όψη τους ήταν τρομακτική βρόμική, άρρωστη καμία σχέση με τη δική σου τρυφερή παρουσία… μα που είσαι.? Φοβόμουν.. φοβόμουν. Ήξερα ότι δεν με κοιτούσαν για καλό αλλά δεν ήσουν, δεν ήσουν εκεί για να με προστατέψεις. Τους προσπέρασα απλά συνέχισα τν δρόμο μου για το σπίτι τρέχοντας!
Έσπασα… η μικρή σου πορσελάνινη κούκλα έσπασε. Τα κομμάτια μου είναι παντού και τώρα ποιος θα τα μαζέψει και θα τα κολλήσει ξανά. Εσύ δεν είσαι εδώ, εγώ δεν έχω το κουράγιο.
Γιατί έφυγες? Γιατί με άφησες? Αν ήσουν εδώ. Αχ αν ήσουν όλα θα ήταν τόσο καλύτερα. Μα δεν είσαι και πονάω, πονάω πολύ. Μήπως έκανα κάτι εγώ? Συγνώμη, συγνώμη αν έκανα κάτι που σε πείραξε και σε πλήγωσε…
γύρνα πίσω. Αγαπημένε μου αδερφέ γύρνα πίσω, κόλλησε με ξανά προστάτεψε από το κακό και την ασχήμια αυτού του κόσμου.
Θυμάσαι τότε που καθόμασταν στο μόλο και το καλοκαιρινό αεράκι απαλά χάιδευε τα πρόσωπα μας?   Ήταν όμορφα, ανέμελα και περασμένα. Πέρνα έτσι ξανά σαν φθινοπωρινό αεράκι αυτή τη φορά πέρνα και κάνε τα  όλα καλά ξανά…
Έξω βρέχει. Η βροχή ήταν το αγαπημένο μας! Καθόμασταν στ σαλόνι απ τα πλευρά του παραθύρου και κοιτούσαμε έξω. Λέγαμε στη μαμά να σταματήσει να φωνάζει μήπως και καταφέρουμε να ακούσουμε τη στάλες που έπεφταν στ παλιά καρέκλα και δημιουργούσαν έναν τόσο μοναδικό ήχο. Η παλιά καρέκλα είναι ακόμη έξω.
Έξω βρέχει ακούς? Ακούς τις στάλες τις βροχής?  Πες μου!!! Τις ακούς? Εγώ τις ακούω. Καμιά φορά ακούω και εσένα νομίζω αλλά έχει περάσει καιρός.
Έσπασε η πορσελάνινη κούκλα σου. Έσπασε.

Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2011

ένα αντίο...


…Και ύστερα απ αυτό τι απέμεινε? Δύο μάτια ασάλευτα, δύο χείλη ανέκφραστα, ένα κρύο συναίσθημα, ένα αντίο χαμένο μέσα στ χώρο. Δεν ήταν, δεν ήταν ποτέ εύκολο να αποχαιρετάς ένα μέρος του εαυτού σου, μια ανάμνηση… είναι μία αίσθηση όχι φυγής, αλλά απελευθέρωσης όπως μία χούφτα άμμος, αρχικά είναι παγιδευμένη μέσα στα χέρια σου μετά όμως ξεχύνεται, ήρεμα, απαλά, γαλήνια, πέφτει, όπως η μυρωδιά απ ένα ρούχο σβήνει, όπως ένα δροσερό αεράκι φεύγει… έτσι τόσο απλά, γαλήνια, ειρηνικά, όμορφα, ελεύθερα, αιθέρια … έτσι πρέπει να αφήνουμε και τις αναμνήσεις να φεύγουν… αντίο…