-και περνούν αργά οι ώρες ως το βράδυ που θα φύγεις από την κουραστική βαβούρα και τον αλλόκοτο, διαφορετικό από εσένα κόσμο. πόσο όμορφη γεύση έχει η ελευθερία, το ποτό, ο αέρας, ο έρωτας; βράδυ... οι δρόμοι άδειοι, χωρίς φώτα, ψηλά δέντρα τριγύρω. η μοναδική λάμψη από φως ήταν αυτή από τα φώτα του αυτοκινήτου του Β. πρώτα για καφέ, μετά για ποτό, μετά για δεύτερο ποτό και η διάθεση είχε ήδη αλλάξει. όλοι μας γελούσαμε, φλερτάραμε, ζούσαμε... δεν είχαμε πιει πολύ... αλήθεια... όσο χρειαζόταν για να ελευθερώσουμε το μυαλό μας από τα δεσμά της καθημερινότητας. αυτή η αίσθηση που καταλαβαίνεις τι κάνεις αλλά δεν σε νοιάζει η συνέχεια και οι συνέπειες; ίσως αυτό να είναι τελικά που λένε "ζήσε το τώρα"...
-και χρειάζεστε το ποτό για να "ζήτε το τώρα", την στιγμή;
-όχι απαραίτητα αγαπητέ Μ. ίσως απλά να είναι ο γρήγορος και εύκολος δρόμος.
- και μετά καταλήξατε κάπου σκόρπιοι και μεθυσμε΄νοι να κάνετε έρωτα;
-όχι Μ. μου. πήγαμε όλοι μαζί σε μια εκκλησία... γελούσαμε, στρίβαμε τσιγάρα, κοροϊδεύαμε, πλάθαμε μύθους, γάμους, ιστορίες, πανηγύρια. ήταν σκοτεινά και κρύα εκεί. ο Α. πήρε ορισμένα ή μ΄΄αλλον πολλά κεριά μέσα από την εκκλησία, τα έβγαλε έξω και άναψε. έτσι είχαμε το φως που χρειαζόμασταν και λίγη ζεστασιά. η νύχτα ήταν τόσο ήρεμη και ήσυχη και ας ήταν κρύα, έδινε μια αίσθηση καλοκαιρινής ανέμελης δροσιάς. στρίψαμε και το τσιγάρο, το καπνίσαμε και ελευθερωθήκαμε ακόμη περισσότερο. αργότερα δεν θυμάμαι καν πως αλλά βρεθήκαμε μέσα στο ιερό της εκκλησίας με το Β. να παίζουμε ένα χαζό παιχνίδι μνήμης. πλάκα είχε να βρίσκεσαι σε ένα μέρος που ξέρεις πως απαγορεύεται... ελκυστικό. πείραζα αμήχανα τα βιβλία, τις εικόνες, τους σταυρούς, τα αντικείμενα γύρω μου, χωρίς να τους δίνω όμως ιδιαίτερη σημασία.
-καθόσασταν;
-ναι... την περισσότερη ώρα καθόμασταν σε κάτι παλιές καρέκλες της εκκλησίας μέσα στο ιερό. είχα τα πόδια μου πάνω στα δικά του.// ένιωθα τόσο πεινασμένη... ήθελα τόσο πολύ να κλείσω τα μάτια και να τον φιλήσω, να ακουμπήσω τη διψασμένη μου σάρκα πάνω στη δική του... μα δίσταζα... γιατί δίσταζα;
-γιατί δίσταζες; ηλίθια!
-δεν έχει σημασία γιατί! με φίλησε πολυαγαπημένε Μ.! γεύση... δικαίωσης. σε λίγα λεπτά είχαμε βγει από την εκκλησία, είχαμε μπει στο αυτοκίνητο και ξάφνου φτάσαμε σε ένα όμορφο μέρος το οποίο δεν έχω ιδέα που ήταν, δεν με ένοιαζε όμως. ησυχία... μπορούσαμε να διακρίνουμε τα φώτα από το απέναντι χωριό να τρεμοπαίζουν χορεύοντας μέσα στη νύχτα.
-φλυαρείς!
-πάντα!
-συνέχισε...
-κάναμε ένα ακόμη τσιγάρο και... τα σώματα μας βρέθηκαν ενωμένα, αγκαλιασμένα σφιχτά.
-γεύση;
-ολοκλήρωση;
-και μετά;
-μετά... μετά κάναμε έρωτα, κάθε κίνηση του, κάθε άγγιγμα του φανέρωνε γλυκά και αργά στοιχεία του χαρακτήρα του, έσβηνε την δίψα μου, μα ταυτόχρονα μου δημιουργούσε νέα.. με φίλαγε στον λαιμό, στην πλάτη, στους ώμους, στο στήθος, στα χείλη και ανατρίχιαζα. ένιωθα τόσο ελεύθερη, τόσο μοναδικά δυνατή, μακριά από κάθε βασανιστική ή μη σκέψη. αυτό είναι! υπήρχε μόνο το τώρα, μόνο η στιγμή! μόνο εκείνη η πανέμορφα λάθος στιγμή!
-πανέμορφα λάθος στιγμή!;
-ναι... πανέμορφα λάθος στιγμή! γιατί δεν είναι σύννεφο;
-σύννεφο;
-ναι!ένα σύννεφο! είπε πως αν συγκεντρώνεσαι πολύ κοιτώντας ένα σύννεφο, αν πιστέψεις πως μπορείς να πάρεις ενέργεια, δύναμη από αυτό, θα δεις πως θα αρχίσει να διαλύεται... είπε πως μπορώ όποτε θέλω να τον σκεφτώ και να έρθει σαν σύννεφο... για σκέψου! ... ένα σύννεφο..
-μαλακίες!μήπως ήθελε να πει πως αν το σκεφτείς όποτε θες θα διαλυθεί σαν σύννεφο;
-πάντα! πάντα να το χαλάς! σκάσε! συνεχίζω λοιπόν...
-συνέχισε...
-όταν άρχισε να ξημερώνει χτύπησε φυσικά το τηλέφωνο. καταραμένα κινητά! έπρεπε να πάρουμε τους άλλους δύο από την εκκλησία. μμμμμμμμμμμμμμμμμμ... δεν ήθελα να φύγουμε.
-έπρεπε...
-έπρεπε; πρέπει; απαίσια λέξη! απαίσια!είναι αστείο που μια απαίσια, μικρή λέξη καθορίζει τις ζωές μας... μας οδηγεί...
-πρέπει να
-σκάσε! σταμάτα! δεν θέλω,δεν θέλω να την ακούω!
-καληνύχτα!
-καληνύχτα...