αυτή η ανάμνηση ξεκινά με ξεραμένα φύλλα και τσιγάρα, τσιγάρα που έσβησαν... σιχαινόσουν να καπνίζω μπροστά σου, το προσπάθησα όμως και τα κατάφερα. αφότου όμως έφυγες δεν υπήρχε λόγος και λύγισα. ο χρόνος τα γιατρεύει όλα μου είπαν... μα δεν είναι αλήθεια ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ. οι περασμένες μέρες, οι στιγμές, οι αναμνήσεις έχουν στοιχειώσει μέσα μου και δεν με αφήνουν να ησυχάσω...
σήμερα είχα πάει στην θάλασσα και σε σκεφτόμουν, περπατούσα ξυπόλυτη στα βράχια, ακόμη και εκεί που είχε φύκια, αυτό το όμορφο τσαλάκωμα που πολύ φοβούνται... ήθελα να φωνάξω <<θέλω να είμαι ελεύθερη και τσαλακωμένη>>.
δεν είναι τόσο όμορφοι οι άνθρωποι που φοβούνται μήπως τσαλακωθεί η εικόνα τους... ήσουν τόσο όμορφα τσαλακωμένος. τσαλακωμένος ακούς;
εκείνο το φθινόπωρο καθόμασταν σε ένα πάρκο και τα ξεραμένα φύλλα χάιδευαν απαλά τα πρόσωπα μας, γελούσαμε τόσο δυνατά, αγκαλιαζόμασταν, ο κόσμος ήταν δικός μας Α. μου. ο κόσμος ήταν δικός μας.
σήμερα είχα πάει στην θάλασσα και σε σκεφτόμουν, περπατούσα ξυπόλυτη στα βράχια, ακόμη και εκεί που είχε φύκια, αυτό το όμορφο τσαλάκωμα που πολύ φοβούνται... ήθελα να φωνάξω <<θέλω να είμαι ελεύθερη και τσαλακωμένη>>.
δεν είναι τόσο όμορφοι οι άνθρωποι που φοβούνται μήπως τσαλακωθεί η εικόνα τους... ήσουν τόσο όμορφα τσαλακωμένος. τσαλακωμένος ακούς;
εκείνο το φθινόπωρο καθόμασταν σε ένα πάρκο και τα ξεραμένα φύλλα χάιδευαν απαλά τα πρόσωπα μας, γελούσαμε τόσο δυνατά, αγκαλιαζόμασταν, ο κόσμος ήταν δικός μας Α. μου. ο κόσμος ήταν δικός μας.
πάει και το φθινόπωρο, η μυρωδιά του κοντεύει να σβήσει. έκοψα τα μαλλιά μου, αν με έβλεπες τώρα θα με σιχαινόσουν, μα δεν με πειράζει τόσο. τώρα εσύ έφυγες...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου